ΔΥΣΛΕΞΙΑ: ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ
Η δυσλεξία αποτελεί μια ειδική μαθησιακή διαταραχή, κατά την οποία τα παιδιά παρουσιάζουν σημαντικές δυσκολίες στην πρόσκτηση του γραπτού λόγου. Συνιστά ένα υπαρκτό πρόβλημα του παιδιού στο σύγχρονο σχολικό πλαίσιο, το οποίο και διακρίνεται για την πολυπλοκότητα του, την ιδιαιτερότητα του, καθώς και για τον ετερογενή του χαρακτήρα (Στασινός, 2020).
Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι που συνιστούν την μοναδικότητας της δυσλεξίας και καθιστούν επιτακτική ανάγκη την προσεκτική διάγνωση και επιλογή των κατάλληλων θεραπευτικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων από τα μέλη της διαγνωστικής και παρεμβατικής ομάδας. Τα προγράμματα, οι μέθοδοι και οι στρατηγικές που χρησιμοποιούνται για τα παιδιά με δυσλεξία δεν είναι πανάκεια, δηλαδή δεν μπορούν να είναι ίδια για όλα τα παιδιά και να έχουν γενικευμένα αποτελέσματα, καθώς δεν απευθύνονται το ίδιο σε όλες τις εκφάνσεις της δυσλεξίας. Αυτό συμβαίνει, καθώς το κάθε παιδί παρουσιάζει σημαντικές διαφορές ως προς τον βαθμό και την φύση της σοβαρότητας της διαταραχής του, ως προς την ηλικία διάγνωσης του κ.τ.λ (Στασινός, 2020).
Το αποτελεσματικό λοιπόν παρεμβατικό πρόγραμμα, θα πρέπει να απευθύνεται στο κάθε παιδί εξατομικευμένα, στηριζόμενο στις ειδικές εκπαιδευτικές του ανάγκες, σε συνάρτηση πάντα με την συγκεκριμένη αναγνωστική του ηλικία ή το σημείο εκκίνησης της αναπτυσσόμενης γλωσσικής του συμπεριφοράς (Στασινός, 2020). Όπως γίνεται φανερό από τα δημογραφικά στοιχεία, η δυσλεξία συναντάται πιο συχνά στα αγόρια απ’ ότι στα κορίτσια με αναλογία 3-5:1. Αυτό σημαίνει δηλαδή, πως η διάγνωση της δυσλεξίας παρατηρείται από 2 έως και 4 φορές περισσότερο στο πληθυσμό των αγοριών απ’ ότι στον πληθυσμό των κοριτσιών (Στασινός, 2020).
Ανά τα έτη, έχουν διαμορφωθεί διάφορες ερμηνείες σχετικά με το συγκεκριμένο φαινόμενο (ψυχολογικές, ιατρικές-βιολογικές, κοινωνιολογικές, ανθρωπογεωγραφικές κ.τ.λ). Σύμφωνα με αυτές, η συγκεκριμένη υπεροχή δύναται να οφείλεται αρχικά στο αναπτυξιακό προβάδισμα το οποίο παρουσιάζουν συχνά τα κορίτσια σε σχέση με τα αγόρια στον τομέα του λόγου και της ομιλίας (Στασινός, 2020), καθώς και στα αυξημένα μαθησιακά τους κίνητρα (Τσοβίλη, 2003). Επίσης, η υπεροχή αυτή μπορεί να οφείλεται στα ψυχομετρικά τεστ, τα οποία με το πέρασμα των χρόνων παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση, όμως στο παρελθόν αναδείκνυαν περισσότερο τα αγόρια με τέτοιου είδους δυσκολίες όπως είναι η δυσλεξία, παρά τα κορίτσια. Άλλη μία ερμηνεία, αναφέρει πως η μεγάλη αυτή επικράτηση της διάγνωσης της δυσλεξίας στα αγόρια, μπορεί να οφείλεται και σε διάφορους κοινωνικούς παράγοντες ή συνθήκες, όπως είναι οι επικρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις και στάσεις σχετικά με τα δύο φύλα, οι υπάρχουσες προσδοκίες σχετικά με την συμπεριφορά και τον ρόλο των δύο φύλων κ.τ.λ (Αποστολάρα κ.α., (2010).
Τέλος, άλλος ένας πολύ σημαντικός παράγοντας αποτελεί το γεγονός πως στο παρελθόν οι γονείς ανησυχούσαν πολύ περισσότερο για τις σχολικές επιδόσεις των αγοριών απ’ ότι των κοριτσιών, γι’ αυτό και παρέπεμπαν περισσότερο τα αγόρια για διάγνωση στα διάφορα ιατροπαιδαγωγικά και διαγνωστικά κέντρα, τα οποία και στη συνέχεια διαμόρφωναν με την σειρά τους, τους στατιστικούς δείκτες της συχνότητας του φαινομένου της δυσλεξίας. Όπως γίνεται λοιπόν κατανοητό, η καταγραφή των κέντρων αυτών, παρουσίαζε σημαντικότερη υπεροχή των αγοριών με δυσλεξία απ’ ότι των κοριτσιών, λόγω της μεγαλύτερης προσέλευσης τους (Στασινός, 2020).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Αποστολάρα, Π., Τσουμάκας, Κ., Διομήδους, Μ. & Καλοκαιρινού, Α. (2010). Συσχέτιση Κοινωνικών και Δημογραφικών Παραγόντων με τη Δυσλεξία σε Παιδιά Σχολικής Ηλικίας. Νοσηλευτική, 49 (2), 164–173.
Στασινός, Δ. (2020). Ψυχοπαθολογία του Λόγου και της Γλώσσας. Δυσλεξία, Πολυγλωσσία, Λογοθεραπεία & Συμπερίληψη. Αθήνα: Εκδόσεις Gutenberg.
Στασινός, Δ. (2020). Η Ειδική Συμπεριληπτική Εκπαίδευση 2027. Η ελκυστική εκδίπλωσή της στο Νέο-ψηφιακό Σχολείο με Ψηφιακούς πρωταθλητές. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση.
Τσοβίλη, Θ. (2003). Δυσλεξία και άγχος: μια σχέση ζωής. Ελληνικά Γράμματα.
Κακκαλή Κυριακή,
Εργοθεραπεύτρια, M.Ed. Ειδικής Αγωγής
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΕΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ